ἀκμάζοντας

ἀκμάζοντας
ἀκμάζω
to be in full bloom
pres part act masc acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… …   Dictionary of Greek

  • οικογενής — ές (Α οἰκογενής, ές) νεοελλ. ιατρ. χαρακτηρισμός νόσου η οποία εμφανίζεται με μεγάλη συχνότητα σε μια οικογένεια και η οποία οφείλεται, στις περισσότερες περιπτώσεις, σε κληρονομικότητα («η αιμοφιλία είναι οικογενής νόσος») αρχ. 1. (για δούλους)… …   Dictionary of Greek

  • Λισαβόνα — (Lisboa). Πόλη (556.797 κάτ. το 2000) και πρωτεύουσα της Πορτογαλίας, καθώς και του ομώνυμου νομού (2.761 τ. χλμ., 1.878.006 κάτ. το 2000). Βρίσκεται στη δεξιά όχθη του ποταμόκολπου του Τάγου, εκεί όπου στενεύει, αφού έχει σχηματίσει μια μεγάλη… …   Dictionary of Greek

  • Μειδία, ζωγράφος του- — (5ος αι. π.Χ.) Συμβατικό όνομα ενός Αθηναίου αγγειογράφου του ερυθρόμορφου ρυθμού. Η επονομασία αυτή οφείλεται στο ότι εργάστηκε ως επί το πλείστον για τον αγγειοπλάστη Μειδία, ακμάζοντας στο τελευταίο τέταρτο του 5ου αι. π.Χ. Απέκτησε μεγάλη… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”